Σταυρομύτης ή Ντουνιάς…
Ο Σταυρομύτης είναι στρουθιόμορφο πτηνό της οικογενείας των Σπιζιδών. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Loxia curvirostra και περιλαμβάνει 19 υποείδη.
Διαθέτει το πιο ασυνήθιστο ράμφος από την συγκεκριμένη ομάδα, διαμορφωμένο εξελικτικά για την εξαγωγή σπερμάτων (σπόρους) από τους καρπούς των κωνοφόρων.
Η επιστημονική ονομασία του γένους (Loxia) πιθανόν να σχετίζεται με την στρεβλή, «λοξή», διευθέτηση του ράμφους του πτηνού.
Τόσο η αγγλική (crossbill), όσο και η ελληνική λαϊκή ονομασία του πτηνού αναφέρονται στα διασταυρούμενα τμήματα της ραμφοθήκης του, το πλέον χαρακτηριστικό γνώρισμα του είδους.
Μελέτες αποκαλύπτουν ότι οι σταυρομύτες, σε πολλές περιπτώσεις φαίνεται να διατηρούν την ταυτότητά τους μέσω της εξειδίκευσης σε συγκεκριμένα είδη κωνοφόρων.
Οι ευρωπαϊκοί πληθυσμοί είναι αποκλειστικά επιδημητικοί, ενώ στην Ασία είναι που ξεχειμωνιάζουν. Μεγαλύτερη και συμπαγέστερη είναι η εξάπλωση στην Αμερική, οι αμερικανικοί πληθυσμοί είναι τόσο επιδημητικοί όσο και μεταναστευτικοί.
Στην Ελλάδα, ο σταυρομύτης είναι ως επιδημητικό πτηνό, σε ολόκληρη σχεδόν την επικράτεια, ωστόσο η εξάπλωσή του εμφανίζεται κατακερματισμένη. Αυτό σημαίνει ότι η παρουσία του περιορίζεται μόνο στις περιοχές με κωνοφόρα, συνήθως από κάποιο υψόμετρο και πάνω, χωρίς να αποκλείονται οι πεδινές περιοχές. Επίσης, κατά τις μεταναστεύσεις εμφανίζονται και πληθυσμοί από βορειότερα εδάφη αναπαραγωγής, που αναμιγνύονται με τους μόνιμους, κυρίως κατά τη διάρκεια του χειμώνα.
Ο σταυρομύτης είναι είδος που ξεχωρίζει εύκολα από τις άλλες ευρωπαϊκές σπίζες λόγω του χαρακτηριστικού ράμφους του. Γενικά, πρόκειται για πτηνό με μέγεθος λίγο μεγαλύτερο από εκείνο ενός σπουργιτιού με όμορφα χρώματα, τα οποία ποικίλλουν ανάλογα με το υποείδος. Αλλά και τα φύλα διαφέρουν χρωματικά μεταξύ τους (ελαφρός φυλετικός διμορφισμός), με τα αρσενικά να έχουν ως κύριο χρώμα το καστανοκόκκινο (κεραμιδί), ενώ στα θηλυκά κυριαρχεί το κιτρινοπράσινο (λαδί).
Το διαιτολόγιο του σταυρομύτη αποτελείται κυρίως από σπέρματα ερυθρελάτης, αλλά και άλλων κωνοφόρων, όπως ελάτης, πεύκου, λάρικος και σημύδας. Επιπλέον, μπορεί να περιλαμβάνει φύλλα και μπουμπούκια ανθέων, πευκοβελόνες και δρύπες ή σωροκάρπια από δρύπες (berries).
Ωστόσο, κατά την διάρκεια του καλοκαιριού στρέφεται και σε μικρά έντομα, όπως αφίδες, κάμπιες και αράχνες. Μάλιστα, στο κυνήγι εντόμων ο σταυρομύτης μπορεί να ανοίγει τους κώνους για να τα συλλάβει. Η διατροφή των νεοσσών περιλαμβάνει κυρίως έντομα και σπέρματα κωνοφόρων.
Ο σταυρομύτης είναι ημερόβιο και ελάχιστα εδαφικό πτηνό, υπερασπίζεται δηλαδή την φωλιά του, αλλά όχι όλη την περιοχή φωλιάσματος. Σε όλες τις εποχές συμπεριφέρεται πολύ διακριτικά, αναζητώντας καταφύγιο στα ψηλά κωνοφόρα. Κατά την περίοδο αναπαραγωγής, συγκροτεί μικρές ομάδες.
To είδος δεν φαίνεται να διατρέχει κάποιο σοβαρό κίνδυνο που να απειλεί την αναπαραγωγή του και αξιολογείται από την IUCN ως Ελαχίστης Ανησυχίας (LC).
Περίληψη από
“https://el.wikipedia.org”