Το ξέρουμε το Λούγαρο (ή Σκαθί) ?
Το Λούγαρο ή Σκαθί είναι στρουθιόμορφο πτηνό της οικογενείας των Σπιζιδών, που απαντά και στον ελλαδικό χώρο. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Carduelis spinus και δεν περιλαμβάνει υποείδη.
Σημειωτέον ότι, η λαϊκή ονομασία Σκαθί προέρχεται από την ομοιότητά του με το είδος Serinus serinus δηλαδή το κοινό μας σκαρθί ή οργανέλι και δεν πρέπει να συγχέεται με αυτό.
Το εξαιρετικό κελάηδημά του, καθώς και η ανθεκτικότητά του σε συνθήκες αιχμαλωσίας, τού έχουν κοστίσει ακριβά, διότι είναι από τα πλέον «αγαπημένα» ωδικά πτηνά που ζουν σε κλουβιά, ιδιαίτερα στην Ελλάδα.
Το λούγαρο, ανάλογα με την επικράτεια, μπορεί να απαντά είτε ως επιδημητικό, είτε ως μεταναστευτικό είδος.
Γενικά πάντως, πρόκειται για πτηνό που δεν παραμένει για πολύ σε μια περιοχή, αλλά προτιμάει να εναλλάσσει τα εδάφη που χρησιμοποιούνται για αναπαραγωγή, διατροφή και διαχείμαση, κατά περιόδους.
Σύμφωνα με την Αμερικανική Ορνιθολογική Ένωση, το είδος έχει παρατηρηθεί και στην Β. Αμερική, αλλά δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για το, εάν πρόκειται για πραγματικούς «μετανάστες», ή για άτομα που έχουν ξεφύγει από αιχμαλωσία (ζωολογικούς κήπους, κλουβιά, κ.ο.κ.). Εάν ισχύει το πρώτο, το πουλί μπορεί να έφθασε στην Αμερική, είτε από την Ασία, είτε από την Ευρώπη (Γροιλανδία, Ισλανδία). Το σημαντικό σε αυτή την περίπτωση είναι, ότι αποτελεί το «πατρικό» είδος για τους υφιστάμενους πληθυσμούς Carduelis/Spinus της Βόρειας Αμερικής. Επίσης, έχει καταγραφεί τόσο στις Αλεούτιες Νήσους, όσο και στον Α. Καναδά. Αυτό αυξάνει την πιθανότητα ότι το πτηνό εισήλθε, ή εξακολουθεί να εισέρχεται στην Αμερική μέσω Δ.Ευρώπης.
Εκτός από τις ΗΠΑ, τυχαίοι, περιπλανώμενοι επισκέπτες έχουν αναφερθεί μεταξύ άλλων από την Σαουδική Αραβία, το Μπαχρέιν, το Ομάν, το Νεπάλ και το Αφγανιστάν, το Χονγκ Κονγκ και τις Φιλιππίνες!!
Στην Ελλάδα, το λούγαρο απαντά κυρίως ως διαχειμάζον είδος (τέλη Οκτωβρίου-μέσα Μαρτίου) σε όλη την επικράτεια, ως μεταναστευτικό πτηνό κατά τις αποδημίες αλλά και στη βόρεια χώρα, όπου φαίνεται να παραμένει όλο το έτος και να φωλιάζει (Πίνδος, Ροδόπη). Ωστόσο, δεν αναφέρεται η παρουσία του -ως αναπαραγωγικό πτηνό- στο «Κόκκινο Βιβλίο των Απειλουμένων Σπονδυλοζώων της Ελλάδας». Επίσης, αναφέρεται και από την Κρήτη και ως χειμερινός επισκέπτης στην Κύπρο.
Το κύριο ενδιαίτημα του είδους είναι οι δασικές εκτάσεις (κωνοφόρα, μικτά δάση) μέχρι ένα συγκεκριμένο υψόμετρο, κυρίως στις πλαγιές των βουνών, με ιδιαίτερη προτίμηση για τις υγρές περιοχές (όχθες ποταμών).Από τα δάση κωνοφόρων, απαντάται ιδιαίτερα σε εκείνα της ερυθρελάτης (Picea abies), για το φώλιασμα.
Στην Ελλάδα το λούγαρο ανευρίσκεται σε δασικές αλλά και πεδινές εκτάσεις, με προτίμηση στα κωνοφόρα δάση κατά την αναπαραγωγική εποχή και άλση, φράκτες, συστάδες σημύδων και σκλήθρων, κατά τη διάρκεια του χειμώνα.
Το λούγαρο είναι από τις κομψότερες σπίζες και χαρακτηρίζεται από το όμορφο κιτρινόμαυρο πτέρωμά του. Παρόλο που μπορεί -από κάποια απόσταση- να συγχέεται με τα συγγενικά του είδη, το αρσενικό ξεχωρίζει εύκολα διότι είναι η μόνη κίτρινη ευρωπαϊκή σπίζα με μαύρο στέμμα και μαύρη κηλίδα στο σαγόνι.
Στο είδος εμφανίζεται φυλετικός διμορφισμός, με το αρσενικό να έχει φωτεινότερα χρώματα από το θηλυκό, ιδιαίτερα στην περιοχή του κεφαλιού.
Άλλες ονομασίες του είδους είναι: Σπίζα η ακανθυλλίς, Σπίζα η πρασίνη, Ακανθυλίς/Ακανθίς η πρασίνη και Ακανθυλλίς/Ακανθίς η χρυσοπράσινη, Λουγαράκι, Λουκαρίνο, Σκαθάρι, Σκαθί, Χρυσοκαρδερίνα, Αηδονάκι, Ζιζικάκι, Κιτρινάκι, Λουβαράκι, Λούβαρο, Λουγαρίνι, Μούλος, Μπαστοκάναρο και Σκαθάκι.
Στην Κύπρο, η συνηθέστερη ονομασία του είναι Θκιολαρούδι.
Ακούστε το κελάηδημά του.
Πληροφορίες από:
“https://el.wikipedia.org/”