Τα «γεράκια της φωτιάς»: Γιατί τα αρπακτικά πτηνά της Αυστραλίας βάζουν φωτιές στα δάση?
Στις σαβάνες της Αυστραλίας ξεσπούν συχνά πυρκαγιές, ειδικά σε περιόδους καύσωνα, αλλά σύμφωνα με μία νέα επιστημονική έρευνα, δεν είναι μόνο οι άνθρωποι και οι κεραυνοί που ευθύνονται γι’ αυτές αλλά και τα αρπακτικά πτηνά.
Η συγκεκριμένη μελέτη που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό «Journal of Ethnobiology», επικαλείται την οικολογική γνώση των αυτοχθόνων Αυστραλών και παρουσιάζει τη σχετικώς άγνωστη συμπεριφορά των αποκαλούμενων «γερακιών της φωτιάς».
Πρόκειται για αρπακτικά πτηνά που βάζουν επίτηδες φωτιές χρησιμοποιώντας φλεγόμενα κλαδιά, τα οποία μεταφέρουν με τα νύχια ή το ράμφος τους. Στη συνέχεια περιμένουν μέχρι τα υποψήφια θύματά τους -έντομα, σαύρες, μικρά πουλιά και ζώα- ν’ αρχίσουν να τρέχουν πανικόβλητα προσπαθώντας να ξεφύγουν από τις φλόγες. Και τότε πέφτουν στα νύχια τους.
«Δεν ανακαλύπτουμε τίποτα καινούριο» λέει ο Mark Bonta, εκ των συντακτών της μελέτης, υπότροφος του National Geographic και γεωγράφος στο πανεπιστήμιο Penn State. «Το μεγαλύτερο κομμάτι των δεδομένων που έχουμε συλλέξει προέρχεται από τη συνεργασία μας με τους Αβορίγινες της Αυστραλίας. Είναι γνώστες του φαινομένου αυτού εδώ και 40.000 χρόνια ή και περισσότερο».
Για δεκαετίες, οι άνθρωποι που ζουν στο βόρειο τμήμα της Αυστραλίας αντιμετωπίζουν τα «γεράκια της φωτιάς» (σ.σ. firehawks), και πιο συγκεκριμένα τον τσίφτη (Milvus migrans), τον αετό του γένους Αλιάστωρ (Haliastur sphenurus) και το καφέ γεράκι (Falco berigora) ως κομμάτι της φυσικής τάξης.
Σύμφωνα με τον Bob Gosford, Αυστραλό δικηγόρο – υπέρμαχο των δικαιωμάτων των αυτοχθόνων, ορνιθολόγο και επίσης συντάκτη της μελέτης, αυτά τα πτηνά ευημερούν στους τόπους των δασικών πυρκαγιών, πετώντας και κυνηγώντας κοντά στα πύρινα μέτωπα που μαίνονται στις τροπικές σαβάνες.
«Έχω δει γεράκι να σηκώνει φλεγόμενο κλαρί με τα νύχια του και να το ρίχνει σε ένα άλλο κομμάτι γης με ξερά χόρτα, μισό μίλι μακριά, και μετά να περιμένει με τους συντρόφους του για την τρελή, μαζική έξοδο τσουρουφλισμένων και τρομαγμένων τρωκτικών και ερπετών» γράφει ο Waipuldanya Phillip Roberts στην αυτοβιογραφία του με τίτλο «I, the Aboriginal» που κυκλοφόρησε το 1964. «Όταν αυτή η περιοχή καιγόταν, η διαδικασία επαναλαμβανόταν κάπου αλλού», προσθέτει.
Όταν ο Gosford έπεσε πάνω σε αυτό το απόσπασμα, ξεκίνησε να συλλέγει μαρτυρίες για αυτή την κάπως ασυνήθιστη συμπεριφορά των συγκεκριμένων. Και παρότι ο ίδιος δεν έχει καταφέρει να την παρατηρήσει ιδίοις όμμασι, ορισμένοι από τους πυροσβέστες που συμμετέχουν στην μελέτη το έχουν.
Το επόμενο βήμα για τους ερευνητές είναι να καταφέρουν να τραβήξουν φωτογραφίες και βίντεο με τα αρπακτικά αυτά, την ώρα που επιδίδονται στο κυνήγι τους. Ευελπιστούν να έχουν αποτελέσματα μέσα στη χρονιά.